|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσβάλλομαι? — — ξυπολυσιά — χαλκοχυτική — σέντ — φανφαρόνος — ομβρέλλα — Σάτυρος — ανεπιφύλαχτος — δρώπικας — σαβανώνω — ταξιδευτής — οργανογένεση — κατατρέχω — σκουληκιάρικος — ζυθοποιός — γλωσσοβολιά — μπαρμπαλιάς — εικοσάρικος — κατηφής — κελαϊδιστός — εικοσαήμερος — λουχτουκιώ |
|||