|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εμποδιστής? — — αναμπαίχτρα — διάπηξη — γναφεύω — ξερόβρυση — αποπροίκι — φαζάνι — αροτρίωση — όψη — λυσσιάρα — σαστισμάρα — χαλικοθηρίο — ξεχώνω — Αθίγγανος — υδρώπικας — τρελοκόριτσο — επτάτονος — δεντρολίβανο — φατούρα — μωαμεθανός — παρασύνθετο — πλήθυνση |
|||