|
незафрахтованный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово незафрахтованный? — αναύλωτος как с (ново)греческого переводится слово αναύλωτος? — незафрахтованный — αποζώ — μηλιγγόνι — κουλτούρα — αποσπαργάνωμα — αρτηριοσκληρία — παράσιτος — διαρμόζω — κρεολή — τρικλίζω — φασιστής — ομπρός — απουργός — δόλια — τρέχω — προκαθορίζω — παντοτινός — ασυνεννοησία — γλωσσόκομπο — εδαφολογία — συνεκφωνώ — αναρρόφηση |
|||