Новогреческий словарь
διαπραγματεύτρια
διαπραγματεύτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαπραγματεύτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άμωμος
—
βοτανικός
—
κακοπαθαίνω
—
προμηθεύομαι
—
μεζεκλίδικος
—
απογευματινός
—
ζωγραφομαι
—
ταύρειος
—
ψαλιδισμένος
—
ψήφιση
—
ευαισθητοποίηση
—
θέσεις-κλειδιά
—
ενστικτώδης
—
αψύλλιστος
—
αιθεροβάμονας
—
άρνηση
—
κατσάβραχα
—
ξεδίνω
—
φαναρτζίδικο
—
συγχώριο
—
μονοθεσίτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве