|
η внучка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово внучка? — αγγονή как с (ново)греческого переводится слово αγγονή? — внучка — ρακοπότηρο — οδόμετρο — λεγόμενος — κατρακυλώ — καταναλωθείς — λοταρία — ανυποληψία — πρωτόγαλα — διάνοιγμα — ωμορφοκόρη — σκίρτησις — Πρωτομαιά — μονόματος — υφασμάτινος — νυχθημερόν — βαρελάκι — δύσπνοια — σκαρφίζομαι — χασίσι — αβγαταίνω — θαλασσοποιώ |
|||