|
ο боль в ушах #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово боль в ушах? — αφτόπονος как с (ново)греческого переводится слово αφτόπονος? — боль в ушах — ενίσταμαι — βιβλιολάτρισσα — περιαρπάζω — χωροταξικά — οικόσημο — κωλογάμητος — ψυχοπατέρας — μάντιλο — ηθογράφος — τοποθεσία — γυναικοπρεπής — αλληλοδανείζομαι — λιατήρι — Α — καλοπιστία — κοινολογημένος — τραυματίας — μπαμπεσιά — τραμιθιά — ασυμπτωτικός — πολωνός |
|||