|
η хим. аллотропия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аллотропия? — αλλοτροπία как с (ново)греческого переводится слово αλλοτροπία? — аллотропия — πυρηνελαιουργία — αφεντικός — δουλεία — ωρολογοθήκη — εξιδανίκευση — εγκλιματισμός — ατσάλι — βελονίδα — δικαστήριο — αντλοσίφων — πυραμιδοειδής — ζεύομαι — αναπτήρας — δηλώνω — άπασπρου — τρικάταρτος — κατσαριδόσκονη — βαθμονομία — ανελέητα — γυφταριό — υποθερμαίνω |
|||