|
бездомный; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бездомный? — άσπιτος как с (ново)греческого переводится слово άσπιτος? — бездомный — επίπονος — πρωραίος — μέρα — διαμορφώνομαι — ακαταλαβίστικος — βιοπορίζομαι — πουσταρέλι — ξαργιτού — υστερισμός — πυροβολαρχία — αθήλειαστος — μαντόλα — χαντζής — φύλαγμα — μάξι — κωλώνω — υπηρετομεσίτης — τρουλλωτός — κρυπτογραφώ — καλαθοσφαιρίστρια — λεπτοτομία |
|||