|
реактивация #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επαναδραστηριοποίηση? — — μαλακτικότητα — περιορισμένα — κάταρξις — πλάνισμα — οπτόμετρο — διαρπαγή — γναθοχειρουργός — ξεσπάθωμα — ζό — Ζυγός — σωληνωτός — ξεγνοιασμένος — παραλογητό — προικοδότηση — ἐξεχασμένος — διαλυτής — επιπεφυκώς — σωματάρχης — καλοπέφτω — αρχοντοπούλα — αρχιτελώνης |
|||