επαναδραστηριοποίηση

формы словаβ
επαναδραστηριοποίηση
реактивация


#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово επαναδραστηριοποίηση? —


μαλακτικότηταπεριορισμένακάταρξιςπλάνισμαοπτόμετροδιαρπαγήγναθοχειρουργόςξεσπάθωμαζόΖυγόςσωληνωτόςξεγνοιασμένοςπαραλογητόπροικοδότησηἐξεχασμένοςδιαλυτήςεπιπεφυκώςσωματάρχηςκαλοπέφτωαρχοντοπούλααρχιτελώνης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit