|
чистить скребницей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чистить скребницей? — ξυστρίζω как с (ново)греческого переводится слово ξυστρίζω? — чистить скребницей — υπόφυση — κουράγιο — ασκόνταφτος — μαντεμένος — συναλλαγματικός — ευκαιριακός — καδένα — μουζικάντης — θεατρινισμός — αποκλαδεύω — βουκόλος — άδειος — κάπου — απρόσληπτος — απροσκόλλητος — τεμάχιο — λιθογλύπτης — θαυματοποιία — εχάρην — νόηση — ποικιλόχροια |
|||