|
филос. аперцептивный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аперцептивный? — προεμπειρικός как с (ново)греческого переводится слово προεμπειρικός? — аперцептивный — εκστρατεία — σπιρτοθήκη — παννυχίδα — αμάγγωτος — αμπρί — μπεχλιβάνης — βλαβερός — κελαϊδίστρα — τριμερώς — καρπός — κιτρίνιασμα — απομεσήμερα — ανθιδρωτικός — ολοκλήρωση — ακαταποσία — κόψιμο — λινομέταξος — καλαμώνας — επιτοχής — γλύφανο — παρακμάζω |
|||