Новогреческий словарь
σαγηνευτής
σαγηνευτής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαγηνευτής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πικραμυγδαλόλαδο
—
ψυχομετρικός
—
μηνυτήριος
—
αισθησιοκράτης
—
ευδιόμετρον
—
άφθονα
—
αποθράσυνση
—
συμφιλιωτικός
—
απαράβλαφτος
—
πληκτικός
—
ψυμοζήτης
—
μεσημβρινοδυτικός
—
σχέδιο
—
υποσκαφή
—
κρεμμυδόσουπα
—
έφηβη
—
μελαγχολικά
—
ευθυμολογία
—
συστατικό
—
στηθάγχη
—
ανάλεστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,