περιπαιχτικά

формы словаβ
περιπαιχτικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово περιπαιχτικά? —


επτάλοφοςαναγορεύσιμοςυπόσχεσητσαπατσούλικοςσερενάτακατακόμβηπροσημειώνωανθρακείοβάγιαγαϊδουρήσιοςαχούφτιαγοςπέραςχαρτοδετώκλειδωτόςδοβλέτισυρτάριεκείμηναπώτατοςγιατρικόδιαβρώνωασβεστοκάμινος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit