|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιγυπτιώτικος? — — κωλογλείφω — σέχτα — σταμνάδικο — αρχηγώ — παρανόηση — μυθιστορία — καολίνη — ολόρθος — καταβολάδο — διαστρεβλώνω — τσοπάνης — ένθερμα — αποτρεπτικό — ενεσπάρην — σπήλαιο — βογάω — μονόγαμος — εκδιώκω — μάγγανα — ξαγορασμός — ενάπτω |
|||