|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ηλεκτροδοτώ? — — εμβρυομεμβράνα — ντρέντνωτ — ξυλοδεσιά — χορεύω — ερπετό — σοφολογιότητα — μουαρέ — κολλοδιοχάρτης — υπνωτιστικός — ημίπαυση — ατόρνευτος — πανδοχεύς — προσόψι — βρυσά — φανελλένιος — εξέλκωση — γενετικός — περούκα — διαβούλιο — ρήγας — δεκατετράωρος |
|||