|
ο, η медведь; медведица; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово медведь? — άρκος как на (ново)греческом будет слово медведица? — άρκος как с (ново)греческого переводится слово άρκος? — медведь, медведица — γουρλωτός — ανεύλαβος — ακροβολισμένος — καταθλίβω — μεσιακάρης — γιγάντινος — θραψερός — φυγοπονώ — ανθρωποπλημμύρα — ωννομανής — πλουσιοπάροχα — καταμοσχεύω — υπουργία — καρπαζιά — τοπογραφία — κοκαϊνομανία — συμφοίτηση — λιγώτερος — φιλοθηρία — επιπληκτικός — αρχιεπιστάτισσα |
|||