|
το шквал #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шквал? — ρεφούλι как с (ново)греческого переводится слово ρεφούλι? — шквал — χρόνος — θωπευτικώς — πεντάδα — πλείων — λαμπροφορώ — εκποδών — στριφογύρισμα — ατσαλωσύνη — χρησιμότητα — ωστήρ — αλλοσεβής — ακαλήφη — αρνοπροβιά — τυροφάγος — ξεκλειδώνω — φραγκόκλησα — απαραμόρφωτος — προϊσταμαι — έγκαψη — ενεπρήσθην — σμήγμα |
|||