|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανατροφοδοτώ? — — επιθάνατος — φαγοκύτταρο — γέρνω — συναιρούμαι — αλαχτάριστος — διασπαραγμός — δρομομετρία — ξυλίζω — ψαριανός — γλίτζα — ωτολογικός — βρούντζος — βλαβερός — αναδείχνω — τρίχρονος — προσέδραμον — αρματολός — χωρικός — εγκαθιστώ — χιλιαπλάσιος — ζευγόλουρο |
|||