|
η пластилин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пластилин? — πλαστελίνη как с (ново)греческого переводится слово πλαστελίνη? — пластилин — κοπιαστικός — κελευστής — αφόβιστος — ερυθραιμία — ξαναγυρνάω — αϋφαντάκος — κατιφεδένιος — καταποτήρας — ζα — απαράβλαπτος — κακοθυμία — υπόγλυκος — απελπίζομαι — μπαινοβγάλματα — ευμνημόνευτος — οδονταλγία — κακοαναθρεμμένος — συμμαζεύομαι — ακιγκλίδωτος — καταπιεστής — δές |
|||