Новогреческий словарь
αμαζόνα
αμαζόνα
η
амазонка
(тж. миф.);
наездница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
амазонка
? —
αμαζόνα
как на
(ново)греческом
будет слово
наездница
? —
αμαζόνα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμαζόνα
? — амазонка, наездница
#
(ново)греческий словарь
—
ρουσφέτι
—
αλλαξοπιστώ
—
ξεκαμωμένος
—
ραίνω
—
αδελφοποιούμαι
—
σαυτού
—
ακέντριστος
—
διευθύνω
—
χοντρός
—
εποχεύς
—
σεισμόγραμμα
—
οπίσθια
—
αγρονομικός
—
ταπείνωμα
—
αντιατομικισμός
—
τριχούλα
—
αλλοτριοφαγικός
—
πεντάχορδος
—
ασύχναστος
—
κυβοειδής
—
δημολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,