|
сорок; === έφαγε παρά μίαν ~ — [phrase]он получил по первое число[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сорок? — τεσσαράκοντα как с (ново)греческого переводится слово τεσσαράκοντα? — сорок — λαλοπάθεια — πεντάτευχος — φαφουταίνω — φορτηγό — ξοπίσω — εναντιοδρομώ — απύρηνος — γουρούνα — πολυζωία — ασκημαίνω — σχολιάζω — επιτύμβιο — επίγρυπος — πολύβουος — αχτένιστος — καβάδι — ωμοπλάτη — αργύρωση — ψαχνό — αλουπήσιος — ευημερών |
|||