Новогреческий словарь
ξεκουράζομαι
ξεκουράζομαι
отдыхать; оправляться от усталости
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отдыхать
? —
ξεκουράζομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
оправляться от усталости
? —
ξεκουράζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξεκουράζομαι
? — отдыхать, оправляться от усталости
#
(ново)греческий словарь
—
κεραυνοβόλία
—
ανδροπληθής
—
θραύση
—
ανθοκήπιο
—
μεσημβρινοδυτικός
—
θαλαμόσκυλο
—
πεδιλωτός
—
σκιάς
—
αμάχητα
—
ζαρώνω
—
γουώτερ-πόλο
—
συγκινητικός
—
χαρτονοποιείο
—
ηγμένος
—
βαθμηδόν
—
αφροσκέπαστος
—
βαριοκρούω
—
λαρυγγοσκόπία
—
καμπαρντίνα
—
αυτοφανής
—
ξέκαμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,