|
протестантский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово протестантский? — προτεσταντικός как с (ново)греческого переводится слово προτεσταντικός? — протестантский — σκολίωση — φιλάρας — πλεύριση — αφυλαξία — φιλόκαλος — τετράωρος — καδμείος — μπλογκόσφαιρα — καταβάλλω — οικουμένη — αγγάρεμα — στυφότητα — αποχτώ — γάντι — μίγδην — ερειπιώνας — σουμαδάκιας — σφαλάγγι — αψυχαγώγητος — αποσυνηθίζω — κάθημαι |
|||