|
хим. содержащий циан, цианистый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово содержащий циан? — κυανιούχος как на (ново)греческом будет слово цианистый? — κυανιούχος как с (ново)греческого переводится слово κυανιούχος? — содержащий циан, цианистый — προνομιακός — ζύγια — επιορκώ — ανάφλεξη — σικλέτι — ξεσταχυάζω — ιατροσομβούλιο — γονή — φραγκόκλησα — ιππωνεία — πρυμνήτης — ηλεκτροπρίονο — αντιλογήτικος — ενισχυτής — σπλαγχνολογία — σκληροδερμία — ξενερίζω — ξαναγαπώ — περιγεγραμμένος — πιθηκοειδής — δούλευση |
|||