κακεντρεχώς

формы словаβ
κακεντρεχώς



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κακεντρεχώς? —


μπαρούτιεμβρυολογικόςαπογαλακτισμόςαντιγνωμίαεποικοδόμημακουσκουσουρίσσαυπεραυξάνομαιναυκληρίακακοφημίασόλβρίσκωπαγανόςγιουρουστίζάωκαμωματάρηςαδιόρατοςξεπαράδιασμαινδιάνοςεξύβρισηαναβαθμίσημεσοκόβωΕσταυρωμένος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit