|
η папка для бумаг #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово папка для бумаг? — χαρτοθήκη как с (ново)греческого переводится слово χαρτοθήκη? — папка для бумаг — απασχόληση — κρούση — ανεμίδα — γουνάτος — κτηματογραφώ — προσοδοφόρο — λιγεύω — ψευδαργυρικός — αδιαφιλονείκητος — εμπλουτισμός — αλμυρίζω — συρματουργείο — αψίδα — φυτώριο — διεστραμμένος — αλαργεύω — βουρκόνερο — έκθλιψη — διάλογος — μικρέμπορος — ξεγυμνώνω |
|||