|
анат. межрёберный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово межрёберный? — μεσόπλευρος как с (ново)греческого переводится слово μεσόπλευρος? — межрёберный — ελευθεροτεκτονικός — μετρό — λοξοκοίταγμα — κιγκλιδωτός — άφρακτος — επίπαγος — θερμοχωρητικότητα — αντιπερισπασμός — αβαράρω — επτάδυμος — φιαλίδιο — αναγουλιά — γηραλέος — παραπέτασμα — αεροναυπηγική — ξεσκάλωμα — εισοδιάζω — φωτογονία — θάμβος — βέλος — τριημερία |
|||