Новогреческий словарь
δεοντολογικός
δεοντολογικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δεοντολογικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
καλλιεπής
—
ινάτι
—
στυγνά
—
αγνώμων
—
ανορεξία
—
συμφυία
—
δέκα
—
μασκαρατζίκος
—
γλυκοσκάζω
—
κατακαμπής
—
κωδωνοκρούστης
—
στέριος
—
ελατότης
—
διαχωρίζομαι
—
Λονδίνο
—
ανθρακόκονις
—
ανιχνευτικός
—
δόση
—
αργεντίνα
—
αλεκτοροειδής
—
χωροδεσποτεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве