|
1) штабной; ~ή υπηρεσία — штабная служба; ~ό γραφείο — канцелярия штаба; 2) служебный; ~ή ενημέρωση — служебная информация #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово штабной? — επιτελικός как на (ново)греческом будет слово служебный? — επιτελικός как с (ново)греческого переводится слово επιτελικός? — штабной, служебный — παρεμπρός — χρεολύσιο — ατίνακτος — τουρμπίνα — ανεκρίζωτος — βλαχοκαλύβα — ψευδοπρόβλημα — εύωνος — ανασκελώνω — ιστοθετικά — ατσαλοσύνη — ακόντιση — ευσπλαχνία — ανδρισμός — χαρτεμπόριο — λαδόπανο — αναρρουφητό — ανερευνώ — υπομνηματίζω — αρκουδάς — ποταμός |
|||