|
ο булочник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово булочник? — σημιτζής как с (ново)греческого переводится слово σημιτζής? — булочник — βαλτονερουλιάζω — τεμπελιάζω — παρακινδυνευμένος — ολόψυχα — χί — κουτσοδόντης — συμβιβάσιμος — χαίρω — ελεφαντόδοντο — αραβοσίτινος — βεργάτης — βομβαρδισμένος — αλειμμένος — γεννήτρια — Αραπίνα — αθλητικός — μαρξιστικός — κύκνος — ποσότητα — πλοηγός — αντιθωρώ |
|||