|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπακαλιαράκι? — — ευθυδικία — αετιδεύς — γερμανικά — διίστιος — ελατοσίδηρος — κλύσις — τελαμώνα — χαλάστρα — ομόφωνος — λεβίθρα — αλευρόκολλα — αμνημοσύνη — ανακατεύω — καυλώνω — έφορος — απάντεχος — βαπορέτο — μωρία — νέφωση — αποκιώνω — αποφράσσω |
|||