Новогреческий словарь
ενδογενής
ενδογεν|ής
биол.
эндогенный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эндогенный
? —
ενδογενής
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδογενής
? — эндогенный
#
(ново)греческий словарь
—
εθνικοσοσιαλίστρια
—
Κύριος
—
γρατσουνιέμαι
—
αιθρίασμα
—
προκαθορίζω
—
Ασπροσουσουράδα
—
αρνόδερμα
—
τεμπελχανεύω
—
προσέγγιση
—
νεκροθάπτης
—
βρογχίτης
—
σύναπαντάω
—
μελάνιασμα
—
κουκκούτσι
—
προβατοτροφία
—
φαντός
—
φυτευτικός
—
επισφραγιστικός
—
ελασματοβράγχιοι
—
πελαγωμένος
—
παραφθάνει
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,