Новогреческий словарь
μανταρίστρια
μανταρίστρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μανταρίστρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λαμπαδοστάτης
—
αναπαλαιωμένος
—
ντοριός
—
πικρόγελος
—
ξεμαλλιάζω
—
τεσσαρακονταετής
—
λίγδιασμα
—
ακραιφνώς
—
επιγραμματογράφος
—
αλμανάχ
—
καύμα
—
υπερμικροσκοπικός
—
μαυροπίπερο
—
αγορανόμος
—
μαγνητοσκόπηση
—
λινός
—
κάστορας
—
μπαλαρίνα
—
ξεσαμάρωτος
—
ομπυάζω
—
αυτοκυβερνησία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве