|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταρράχτης? — — κορνιζωμένος — κομμωτήριο — υποδιευθυντής — γενικότητα — καρκινώδης — κονιδάρειο — βροντολόγημα — μεθοκόπι — οργανοποιείο — πολιτισμολογία — μαγέρικο — θυροκολλώ — δηλωθείς — χειρόσπασμος — κοζάρω — διερευνώ — κασκέτο — δυσκολοκίνητος — προγνώστης — θυλακώνω — διάγω |
|||