Новогреческий словарь
τουμπανιάζω
τουμπανιάζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τουμπανιάζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μικροφιλότιμος
—
παμψηφία
—
απέλαση
—
δύστυχος
—
ανάδελφος
—
καλοπληρωτής
—
αυτανάφλεκτος
—
κάμηλος
—
νέφος
—
πουσταρέλι
—
Ιούλιος
—
χριστουγεννιάτικος
—
χονδρώδης
—
κράχτης
—
αΐδιος
—
παρακυλώ
—
υπέρμεγας
—
ανάβαθρον
—
γλυκοκοίμισμα
—
ανθοκλώναρο
—
αποκηρύσσω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω