|
ο суп #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово суп? — τσορβάς как с (ново)греческого переводится слово τσορβάς? — суп — λιανοτούφεκο — σύγκριση — ανεμομείκτης — αστίατρος — ανημπόρευτος — δηκτήρ — έξαρση — ροκανίδι — βοτανολόγιο — απόζερβα — γοργόσβηστος — προσχεδιασμένος — γνεφολόγημα — ακροθάλασσο — διμηνίτικος — ζωδιακός — φραγκορραφτάδικο — καλάμι — βλοσυρά — ρικνός — συχνοπηγαίνω |
|||