|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουβερτίτσα? — — ανθοκομία — πεφυσιωμένος — εύροια — μασώ — αντιγραφή — ασυνερισιά — φατνωτός — συγκεκριμενοποιώ — εξημέρωμα — ασπίλωτος — μοιάσιμο — καταπίστευση — βλητικότητα — υιοκτόνος — ατσούγκριστος — ξηραντήριο — αντίχαρη — αυτοκαταδικάζομαι — μπόδεμα — τερέτισμα — αβαρέλιαστος |
|||