|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πασχαλιάτικα? — — αβύζος — πέος — θωρακωτός — διασφηνούμαι — ψαροπούλο — αμετάνιωτος — ωριόπαθος — μάνητα — τώντις — ασημότητα — χρυσοπωλείο — βακχεία — κορακοζώητος — προφύσιον — αλκυώνα — ελικόμορφος — ελεγκτής — παλαμιά — ιπποστάσιο — ιστάμενος — απόγωνο |
|||