|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ντεϊστικός? — — άκοιρος — κρυσταλλοφόρος — ζαλώνω — δυσεπανόρθωτος — προσκόλληση — εναντιογνωμώ — παντοχή — βουβάλήσιος — ενοχλώ — ματάρα — σαγματοπώλης — τρίσκοτος — έβην — ζητάω — ξαγνάντεμα — αιρεσιάρχης — χάμω — ενυποθηκεύω — σανοπωλείο — τουρκόφωνος — φτηνιάρικος |
|||