|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κούμπουλο? — — λείψανο — κομψοτέχνις — τραβέρσα — εκτρέχω — σιναπάλευρο — ψιλολογία — αυλακοχαράκτης — ιστορικότητα — Φιλλανδή — αγκωναράκι — φυσιολατρία — απεροντωσύνη — κρισιμότητα — ευέξαπτος — καθυστερημένος — απόηχο — ξεμακραίνω — αυταπόδειχτος — ρυτιδώδης — ιταμά — ανεπιχείρητος |
|||