|
η бессмертие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бессмертие? — αθανασία как с (ново)греческого переводится слово αθανασία? — бессмертие — αισθηματικώς — συμφόρηση — κόρυζα — εμπορευματοποιούμαι — χωρομέτρηση — αποκυλιέμαι — έγχρους — χασισοπότης — φαύλος — ακριτολογώ — καύσωνας — βρομίζω — εξευτελιστικός — μεγαλόπιασμα — φιλότιμος — αναφώνηση — ολοφύρομαι — επίλογος — κόβα — αγγειοσυσταλτικός — πατριωτισμός |
|||