Новогреческий словарь
ανήλωσα
ανήλωσα
αόρ. от αναλίσκω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανήλωσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δηγιέμαι
—
ηπιότητα
—
μπαμπακοχώραφο
—
δεκάγωνος
—
πίσωθε
—
μερομίστι
—
προπορεύομαι
—
τίκτομαι
—
μυθοποιούμαι
—
δενδροβάτης
—
αντισυνταγματικώς
—
κάλος
—
παρενέβην
—
αγαπητός
—
λούτρολογικός
—
θαυματουργώ
—
αποκάμνω
—
κατακάθημαι
—
εναρμόνισις
—
αγνωμος
—
έμβασις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве