ηλεκτρόφωνο

формы словаβ
ηλεκτρόφωνο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ηλεκτρόφωνο? —


σημιτζήςμαντατουρεύωεγγυητήςμαζαλίζωεχθρόςσυνδικίακομματικοοποιούμαιπλάνεμαΈλληναςποζάρισμακαταδικάσιμοςκολαντρίζωπυριτικόςμορφίζωαυτοσχεδίωςακατάρρευστοςκρουσιφλεγήςαυτομετασχηματιστήςαρχιερέαςαντίκοψηαδέξια




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit