|
αγιολούλουδο #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγιολούλουδο? — — δραγάτης — μελοποιώ — καλώ — θαλασσομάνα — εκποιώ — κανοναρχίζω — άβλεπτος — σκοτείνιασμα — θέλοντας — ελμινθώδης — βέβαιος — διάβασης — γεωργός — ναι — υπόδειγμα — μαργιόλικος — θεός — διαβολόπαιδο — καυχησιολόγος — σφαδάζω — νταρντάνα |
|||