|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρελθοντολογία? — — αναγορευμένος — νέσιμο — αφεντικός — λεϊσμανίαση — βαθμολόγηση — τέμνω — σαπουνόπετρα — διαγελω — αυτούνος — ρεπουμπλικάνος — δίκοχο — διάστικτος — δακτυλίδι — διαταράκτης — αξιοκαταφρόνητος — διάμεστος — ανθρακέμπορος — διαδρομή — σαυροειδής — επιπεδώνω — Αυστρία |
|||