|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπερμπαντάκος? — — ημιολία — αραβοσιτόψωμο — αρτοπαρασκεύασμα — αποδειγμένος — μηχανοκάϊκο — γναφέας — φωτοτεχνική — δοξομανής — αεριοδοχείο — Αρμάνος — ιάγος — φαταλίστρια — γαζής — εκβλήστηση — μέριμνα — χταποδομακαρονάδα — δείλιασμα — επουλώσιμος — ψευδαλαζονία — υπερχείλιση — ευθυκρισία |
|||