|
подстилать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подстилать? — υποστρώνω как с (ново)греческого переводится слово υποστρώνω? — подстилать — νυχτόβιος — κλειδοφύλακας — μεγαλωμένος — σκατόμυγα — κουρνάζος — αλαφρύς — αυτοεξυπηρέτηση — Ινδός — επωφελούμαι — αισθητικώς — ηχοαπορροφητικός — τρανεύω — αναρθρία — αρθράκι — Γάλλος — ανατομία — τραγουδιστικά — αφεντοχωριάτης — ερυθρός — άλμπα — περιγραφή |
|||