|
пятилетний; τό ~ο πλάνο — пятилетний план #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятилетний? — πεντάχρονος как с (ново)греческого переводится слово πεντάχρονος? — пятилетний — δευτερολογώ — παρατακτικός — μαυροφρύδα — μονομηνιάτικα — ένσφαιρος — αναλυτός — υποχωρητικότητα — ανάλειωτος — συχωρνώ — διάρροια — αφυδατώ — οχετός — ξέφραγος — αλαργοτάξιδος — ασκάλιστος — νηστικός — διευθετήσιμος — γλήνος — κατοπτρίζομαι — συρραφή — καρπαζιά |
|||