|
το текст. уток #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уток? — υφάδι как с (ново)греческого переводится слово υφάδι? — уток — έγκουση — καλυμμαύχιο — γάστρα — γιακέττα — διώροφος — ροκέττα — χωριατόπουλο — πιλαλώ — μασκαρευω — λυσσώδης — ηλεκτροφωταύγεια — γαλάχτισμα — δαιδαλώδης — αμηχανώ — απανθράκωση — αττικιστικός — αποφώλι — δεκατεύω — ηδύς — αγαλματίας — φυλακή |
|||