|
η симулянтка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово симулянтка? — προσποιούμενη как с (ново)греческого переводится слово προσποιούμενη? — симулянтка — μοδάτος — τριηραρχώ — διδακτική — Ιουδαίος — λιβόρι — θριαμβευτικά — φιμώνω — ακροθιγής — απαιτητικότητα — εξώστεγον — υδροθώρακας — πλειοδότης — πρασινογάλαζος — αντιοφροδισιακός — πυλώνας — ελαφρόπους — διαχειριστικά — αλληλοφαγώνομαι — λαξευτής — ακωμώδητος — συμπηγνύω |
|||